Attack στην Ανεργία και την Επισφάλεια

MythBusters No. 2: «Καταπολέμηση της ανεργίας» και άλλες όμορφες λέξεις από την κ. Αχτσιόγλου

m1

Μετά το θριαμβευτικό success story της εξόδου από τα μνημόνια (κανένας εφαρμοστικός νόμος δεν καταργήθηκε, αλλά, απεναντίας, εφαρμόζονται όλοι στο ακέραιο) και της δήθεν αύξησης του κατώτατου μισθού (η υπουργός εργασίας βάφτισε «αύξηση του κατώτατου μισθού» την τροπολογία με την οποία το μόνο που αλλάζει είναι ο χρόνος ανακοίνωσης του νέου κατώτατου μισθού μετά από διαπραγματεύσεις με ΕΕ-ΔΝΤ), ήρθε και η συνέντευξη τύπου της Αχτσιόχλου για την «καταπολέμηση» της ανεργίας και τα νέα προγράμματα του ΟΑΕΔ στο ίδιο θριαμβευτικό κλίμα. Ας δούμε κάποια εδάφια της συνέντευξής της και τι πραγματικά σημαίνουν.

 «Σήμερα, μετά από τριάμισι χρόνια, η ανεργία έχει μειωθεί κατά περίπου 7 ποσοστιαίες μονάδες από το σημείο που η κυβέρνηση την παρέλαβε.»

Για άλλη μια φορά, η συνταγή της εικονικής μείωσης των ποσοστών ανεργίας, συνεχίζεται με ιδιαίτερο ζήλο. Παραλείπεται, φυσικά, η αναφορά στο ότι οι προσλήψεις αφορούν σε οποιαδήποτε υπογραφή σύμβασης, όσο σύντομη (1-2 ώρες την εβδομάδα) και εξευτελιστική μπορεί να είναι. Έτσι, παρατηρείται μείωση της ανεργίας με μια τεράστια αύξηση της μερικής απασχόλησης – ένας διαρκώς αυξανόμενος όγκος εργαζομένων καλείται να εργαστεί με μειωμένο ωράριο, λίγες μέρες ή μόνο εκτάκτως, όταν η επιχείρηση τον καλεί.

Παράλληλα, η υποτιθέμενη μείωση των ποσοστών ανεργίας επιτυγχάνεται με τη νομιμοποίηση της ελαστικής εργασίας. Τα προγράμματα του ΟΑΕΔ, ψηλά στην ατζέντα της παρούσας κυβέρνησης, είναι εκείνα που αλλάζουν σημαντικά τους δείκτες της ανεργίας. Ουσιαστικά αποτελούν το δούρειο ίππο εφαρμογής και παγίωσης των αντιδραστικών σχέσεων που έχουν διαμορφώσει την αγορά εργασιας σήμερα σε έναν μαύρο εργασιακό μεσαίωνα. Στόχος αυτών των προγραμμάτων είναι η διαρκής ανακύκλωση του εργατικού δυναμικού, μεταξύ ανεργίας- μισοεργασίας και επισφάλειας με συνεχή  επανακατάρτιση και  προσφορά φτηνών εργατικών χεριών τόσο σε επιχειρήσεις όσο και στις υποστελεχωμένες δημόσιες υπηρεσίες, χωρίς να γίνεται λόγος για τους όρους με τους οποίους εργάζονται και αμοίβονται οι εργαζόμενοι.

Οι άνεργοι – «ωφελούμενοι» υποβάλλονται σε μια από τις πιο αποκρουστικές μορφές του εργασιακού μεσαίωνα. Ένας στους πέντε μερικώς απασχολούμενους εργαζόμενους καλείται να ζήσει με μισθό κατώτερο των 500 ευρώ, ενώ μεταξύ 500-700 ευρώ λαμβάνουν 362.000 και κάτω από 1.000 ευρώ συνολικά 1.172.000.

Την ίδια στιγμή, 1 στους 10 ανέργους πληρούν τις απαραίτητες προϋποθέσεις για να λάβουν επίδομα (μια από τις προϋποθέσεις είναι και ο αριθμός ενσήμων του προηγούμενου έτους, ο οποίος είναι δύσκολο να συμπληρωθεί εξαιτίας των ελαστικών σχέσεων εργασίας), μετακυλίοντας την ευθύνη για την ανεργία στον ίδιο τον ανέργο.

Κάποιοι δείκτες ανεργίας, λοιπόν, μειώνονται, ενώ κάποιοι άλλοι – βλέπε προσλήψεις με μερική απασχόληση, των ελαστικών σχέσεων εργασίας – αυξάνονται με μεγαλύτερη ένταση.

Είναι, τελικά, αυτό το καθεστώς απόλυτης εργασιακής ευελιξίας και επισφάλειας  το θεμέλιο πάνω στο οποίο η κ. Αχτσιόγλου προσπαθεί να οικοδομήσει το αφήγημα της «μείωσης της ανεργίας».

 «Σύμφωνα με τα ετήσια τεύχη των στοιχείων που συγκεντρώνει το πληροφοριακό σύστημα «ΕΡΓΑΝΗ» το 70% της αύξησης των θέσεων εργασίας στον ιδιωτικό τομέα είναι πλήρους απασχόλησης.»

Οι προσλήψεις σε θέσεις πλήρους απασχόλησης έχουν υποχωρήσει από ποσοστό 79% το 2009 σε 45,3% το 2016, με τις αντίστοιχες σε μερικής απασχόλησης να σημειώνουν εκκωφαντική άνοδο από το 21% του 2009 στο πρόσφατο 54,7% του 2016. Ως προς το ποσοστό της μερικής απασχόλησης επί του συνόλου της απασχόλησης, πρόσφατη έρευνα της ΕΛΣΤΑΤ κάνει λόγο για αύξηση από το 6% του 2009 στο 9,9% το 2017. Το ποσοστό αυτό ενδέχεται να υποτιμάει μάλιστα το μέγεθος της ημιαπασχόλησης, αν λάβουμε υπόψη την μικρή χρονική διάρκεια αρκετών τέτοιων συμβάσεων. Το ίδιο ισχύει και για τις συμβάσεις ορισμένου χρόνου, η διάρκεια των οποίων φαίνεται διαρκώς να μειώνεται την τελευταία μαύρη οκταετία, ενώ από το 2009 έως το 2016 ραγδαία είναι η αύξηση της μετατροπής συμβάσεων πλήρους σε συμβάσεις μερικής απασχόλησης (16.977 το 2009, 51.262 το 2016). Όλα αυτά τα νούμερα που παρουσιάζει η κυβέρνηση, συνεπώς, δεν είναι τίποτα παραπάνω  από ψυχρούς αριθμούς και μεγέθη, που καμία σχέση δεν έχουν με τη σκληρή πραγματικότητα των εργαζομένων, με το βάθος της αντεργατικής επίθεσης που εξαπολύεται στην εργασία, με την έρημο της εργασιακής περιπλάνησης που κεφάλαιο῏και κυβερνήσεις έχουν «ετοιμάσει» για τη νέα γενιά.

 «Γι᾽ αυτούς εκπονούμε προγράμματα εγγυημένης απασχόλησης στον ευρύτερο δημόσιο τομέα, τη λεγόμενη κοινωφελή εργασία. Τα προγράμματά της στοχεύουν σε αυτό που ονομάζουμε σκληρό πυρήνα της ανεργίας, με το 50% περίπου των συμμετεχόντων να είναι μακροχρόνια άνεργοι. Επί της διακυβέρνησής μας αναβαθμίσαμε τα προγράμματα κοινωφελούς εργασίας, τα οποία απέκτησαν σαφές κοινωνικό αποτύπωμα σε χρήσιμα έργα και υπηρεσίες. Η διάρκειά τους από πεντάμηνη έγινε οχτάμηνη με πλήρη εργασιακά και ασφαλιστικά δικαιώματα.»

 Τα προγράμματα κοινωφελούς εργασίας, στην πράξη, μπάλωναν ό,τι ξήλωναν οι μνημονιακές πολιτικές, με τις δημόσιες υπηρεσίες να αδυνατούν να λειτουργήσουν ικανοποιητικά με τη συνεχή εναλλαγή προσωπικού και τους άνεργους – «ωφελούμενους» να εργάζονται υπό αυτό το άθλιο καθεστώς να υποβάλλονται σε μια από τις πιο αποκρουστικές μορφές του εργασιακού μεσαίωνα με επίδομα – όχι μισθό, αμοιβή κατά παρέκκλιση του εργατικού δικαίου και των ΕΓΣΣΕ, περιορισμένα ασφαλιστικά δικαιώματα, εξαίρεση από το εργατικό δίκαιο, προσωρινότητα. Είναι απορίας άξιο πως η υπουργός μιλάει για πλήρη ασφαλιστικά και εργασιακά δικαιώματα, όταν είναι γνωστό πως τα περισσότερα εργατικά ατυχήματα συντελούνται σε αυτά ακριβώς τα προγράμματα, με τους δήμους να διεκδικούν τα πρωτεία εξόντωσης των εργαζομένων.

«Ο δεύτερος άξονας είναι η διευκόλυνση της πρόσληψης ανέργων από επιχειρήσεις του ιδιωτικού τομέα για τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας»

 Η υπουργός παραλείπει να αναφέρει σε τι θέσεις εργασίας αναφέρεται ακριβώς. Αστείο να θριαμβολογείς για νέες θέσεις εργασίας, όταν έχεις παραδόσει τα πάντα στην εργοδοσία, περικόπτοντας εργασιακά δικαιώματα και ελευθερίες.

H κυβέρνηση και ο ΟΑΕΔ, στην κατέυθυνση των οργανώσεων των εργοδοτών (ΣΕΒ, ΕΣΕΕ κ.α.) αναπροσανατολίζουν τους πόρους των ΕΣΠΑ σε εκτεταμένα προγράμματα επιδότησης του ασφαλιστικού κόστους, προκειμένου οι τελευταίοι να κάνουν προσλήψεις. Ουσιαστικά πρόκειται για μια μορφή νομιμοποιημένης μαύρης εργασίας καθώς χιλιάδες εργαζόμενοι διοχετεύονται στην αγορά, χωρίς η εργοδοσία να υποχρεώνεται να καταβάλλει εργοδοτικές εισφορές. Με λίγα λόγια, μιλάμε για μετατροπή του επιδόματος ανεργίας σε επίδομα εργοδοσίας και προσφορά στους εργοδότες ουσιαστικά τσάμπα εργατικού δυναμικού. Η εργοδοσία μέσω του ΟΑΕΔ, θα έχει την πολυτέλεια να προσλαμβάνει απελπισμένους από μια τεράστια δεξαμενή των ανέργων με άθλιους μισθούς και εξαφανισμένα δικαιώματα.

  «Ο σχεδιασμός μας περιλαμβάνει μέχρι το Α’ τρίμηνο του 2019 την προκήρυξη 11 νέων προγραμμάτων συνολικού προϋπολογισμού 632.500.000 ευρώ, που θα απευθύνονται σε 88.500 ανέργους. Σήμερα θα σταθούμε ειδικά σε πέντε προγράμματα που αφορούν τρεις μεγάλες ομάδες ωφελούμενων. Πρόκειται για νέους επιστήμονες που είτε θα εργαστούν σε Δημόσιες Υπηρεσίες, είτε θα εργαστούν στον ιδιωτικό τομέα, είτε θα λάβουν κατάρτιση που θα αντιστοιχεί στις γνώσεις και τα προσόντα τους. Στόχος των συγκεκριμένων προγραμμάτων είναι η ενίσχυση της εργασίας και η στήριξη της γνώσης.»

 Στο ίδιο πνεύμα,  όσο «προοδευτική» και αν παρουσιάζει τη «λύση» αυτή στην ανεργία, η πραγματικότητα είναι το ίδιο αποκρουστική. Η κυβέρνηση προσπαθεί να το παρουσιάσει σαν ευκαιρία για μια προσωρινή διαφυγή από τη χρόνια ανεργία, σαν ένα διάλλειμα από τη φτώχεια. Οι άνεργοι,όμως, αυτοί θα έρθουν να καλύψουν πάγιες και διαρκείς ανάγκες των δήμων, χωρίς να καταβάλλονται χρήματα από τα ταμεία των δήμων, αλλά από τον ΟΑΕΔ, ενώ βαφτίζονται ωφελούμενοι για να τσαλαπατάται το εργατικό δίκαιο. Φυσικά, έρχονται να αξιοποιήσουν την επιστημονική κατάρτιση των ανέργων, ένταντι ψίχουλων. Και προσπαθούν να κάνουν το μάυρο άσπρο ονομάζοντας την υποβαθμισμένου μορφωτικού χαρακτήρα και προσαρμοσμένη στις ανάγκες της κάθε υποστελεχωμένης δημόσιας υπηρεσίας ή επιχείρησης κατάρτιση των ανέργων, στήριξη στη γνώση.

«Η στήριξη των ανέργων, τα προγράμματα καταπολέμησης της ανεργίας, οι ειδικές στοχεύσεις στη νεανική ανεργία, είναι μέρος του συνολικότερου πολιτικού σχεδιασμού της κυβέρνησης στον τομέα της εργασίας.»

 Είναι γεγονός πως όλα τα παραπάνω είναι αναπόσπαστο κομμάτι του σχεδιασμού της κυβέρνησης στη μεταμνημονιακή περίοδο που εγκαινίασε: η στήριξη των ανέργων με το κουτσούρεμα της καταβολής επιδομάτων ανεργίας και τη μετατροπή του ΟΑΕΔ σε προαγωγό φθηνών χεριών για την εργοδοσία, τα προγράμματα καταπολέμησης της ανεργίας που, στην ουσία, απαλλάσσουν τους εργοδότες από την υποχρέωση των εισφορών και θεσμοθετούν την εργασία άνευ δικαιωμάτων, η ειδική στόχευση στη νεανική ανεργία, δηλαδή ο μοχλός για να νομιμοποιηθεί το καθεστώς της ελαστασφάλειας στη νέα γενιά που βγαίνει στην αγορά εργασίας.

Τα όμορφα λόγια της κυρίας Αχτσιόγλου, σαν άλλο τραγούδι σειρηνών προς ανυποψίαστους ναυτικούς, προσπαθούν να χρυσώσουν το χάπι σε χιλιάδες εργαζόμενους που βίωσαν το κουτσούρεμα των ζωών τους στα χρόνια της κρίσης, σε χιλιάδες νέους που δε βλέπουν καμιά προοπτική μπαίνοντας στην αγορά εργασίας. Η όποια πτώση των ποσοστών της ανεργίας, τελικά, συνοδεύεται από τη γιγάντωση της ελαστικής εργασίας και της ανακύκλωσης των εργαζόμενων σε κακοπληρωμένες θέσεις και συχνής εναλλαγής μεταξύ ανεργίας και επισφάλειας.

Τα πρώτα γιουχαΐσματα απέναντι στο τραγουδάκι της κυρίας Αχτσιόγλου ακούστηκαν στη ΔΕΘ, με τη μαζική αντικυβερνητική συγκέντρωση της Καμάρας, δείχνοντας πως ο κόσμος της εργασίας, η νεολαία της συνεχούς εργασιακής περιπλάνησης δεν παραμυθιάζεται. Δεν θα περιμένουμε καμία αναμονή διαπραγματεύσεων κυβέρνησης – ΕΕ – ΔΝΤ για τον κατώτατο μισθό. Απαιτούμε ριζικές αυξήσεις στους μισθούς και προστασία στους εργαζόμενους με υπογραφή Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας, οι οποίες δεν θα μένουν μόνο σε μισθολογικές αξιώσεις αλλά στην κατοχύρωση και προστασία του συνόλου των εργασιακών δικαιωμάτων που λεηλατήθηκαν μια δεκαετία μνημονίων. Η διακλαδική απεργία της 1ης Νοέμβρη, με βασικό αίτημα τις συλλογικές συμβάσεις εργασίας, ήταν μια πρώτη δυναμική απάντηση των εργαζομένων απέναντι στις υποσχέσεις – ψέματα της κυβέρνησης ότι χάρις σε αυτήν έρχεται ένα καλύτερο αύριο για τον κόσμο της εργασίας. Το μέλλον μας το γράφουμε εμεις με μαζικούς, «απο τα κάτω» και ανυποχώρητους αγώνες!

Scroll to Top
Scroll to Top