Attack στην Ανεργία και την Επισφάλεια

Το μόνο που έχουμε να χάσουμε είναι…τις «εμπορικές» μας αλυσίδες. Μέρος Δεύτερο.

Συνέχεια από: Μέρος Πρώτο

Έλεγχος και προσωρινότητα

Ένα δεύτερο συμπέρασμα στο οποίο με οδήγησαν οι συζητήσεις μου με τους εργαζόμενους στο εμπόριο ήταν ότι αυτές οι πολυσχιδείς αλλαγές στην οργάνωση της εργασίας συμπυκνώνονται σε ένα νέο καθεστώς που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως «έλεγχος στην βάση της προσωρινότητας», με διακριτικό του τη μη σταθερή δουλειά σχεδόν για όλους. Μια τέτοιου είδους, σαρωτική επισφάλεια εμπεδώνεται δυνάμει της απλοποίησης και της τυποποίησης των καθηκόντων, της «χαλαρής» επιτήρησης των υπευθύνων αλλά και της αναδιαμόρφωσης της ηλικιακής σύνθεσης του εργατικού δυναμικού (νέοι, ηλικιωμένοι και άλλες δημογραφικές κατηγορίες, κατά κάποιον τρόπο δεύτερης κατηγορίας).

«Προς το παρόν, τα Target είναι τέλεια» μας εξήγησε ένας αποθηκάριος στα είκοσί του, στην πρώτη του χρονιά εκεί, «αλλά σε πέντε χρόνια; Μου φαίνεται ότι θα ήθελα να μείνω οριακά για έναν ακόμα χρόνο». «Οι υπεύθυνοί μου είναι από τους καλύτερους που είχα ποτέ» μας είπε ένας σερβιτόρος που διένυε την τρίτη του χρονιά, «στο διάλλειμα μπορείς να φας μια μέρα δημητριακά, την άλλη γάλα με μπισκότα. Πολύς κόσμος δεν έχει λεφτά για να αγοράσει φαγητό, οπότε αυτό είναι πολύ καλή κίνηση». Για μια σαραντάχρονη πωλήτρια στα Macy’s, στην τέταρτή της χρονιά, είναι απλώς «ένας αγώνας. Δουλεύω part-time και σε μία ακόμα δουλειά και έχω παιδιά. Εδώ πιο πολύ δουλεύουν παιδιά που θέλουν να κάνουν σπουδές κ.λπ. Για μένα όμως, απλώς δεν υπάρχει άλλη επιλογή».

macys-sales.jpg.size.custom.crop.1086x669

Παρόλο που αυτό το καθεστώς πείθει πολλούς εργαζομένους ότι «δεν υπάρχει εναλλακτική» και ότι τα σωματεία είναι κάτι κακό, προφανώς και έχει τα όριά του. Για πολλούς εργαζομένους, το δυσανάλογο ανάμεσα στο φιλικό, διαπροσωπικό στιλ των υπευθύνων και την αφόρητη φύση της δουλειάς τους είναι χτυπητό και δεν μπορεί να αγνοηθεί. Μια πωλήτρια, στην πρώτη της χρονιά στα Target, που δουλεύει part-time και ως δασκάλα, θεωρεί τους υπευθύνους της «πολύ ανοιχτούς σε προτάσεις αλλά, στην πραγματικότητα, κανείς δεν πολυμιλάει· συχνά, μας λένε γιατί οι ώρες δεν κατανέμονται· επειδή δεν πιάνουμε τους στόχους για τις πωλήσεις».

Μια πωλήτρια που δούλευε full-time στα Macy’s για τέσσερα χρόνια, παρόλο που «όλα ήταν οκ» με τους ανώτερους, έπαιρνε 9,15$ την ώρα και χρειαζόταν επίδομα στέγασης (το Section 8) για να μπορέσει να βρει σπίτι. «Δεν μπορώ να έχω και την ιατροφαρμακευτική κάλυψη Medicaid, επειδή βγάζω πολλά. Οπότε, μία ή άλλη, βγαίνω χαμένη».

Η συνάδελφός της, μια πωλήτρια που διένυε τον δεύτερό της χρόνο στα Macy’s, μας είπε ότι «Για να πληρώσεις το ενοίκιο θα πρέπει να μαζεύεις λεφτά τρεις εβδομάδες. Μιλάμε για αυτό το επίπεδο διαβίωσης». Και, αντίστοιχα, ένας πωλητής των Target με 9,50 $ την ώρα, αλλά γενικά με όχι ιδιαίτερα παράπονα από την εργοδοσία, αναγνώρισε ότι «Η κατάσταση πηγαίνει μεροδούλι-μεροφάι. Ό,τι χρειάζεται για να επιβιώσεις· δεν αγοράζεις σπίτι».

Συνείδηση

Tο τρίτο που προέκυψε ήταν ότι αυτός ο έλεγχος δυνάμει της εφήμερης φύσης της δουλειάς στα Target και η μετάβαση προς αυτό, σε άλλες παλαιότερες εταιρίες όπως τα Macy’s, χτίζει νέες και απροσδόκητες μορφές συνείδησης. Οι εργαζόμενοι των Macy’s, κυρίως εκείνοι που δούλευαν σε μαγαζιά με σωματείο, επέδειξαν την κλασική στάση συγκρότησης ταυτότητας και αντιπαράθεσης, βλέποντας τους υπευθύνους της ως «μια τάξη πάνω» που τα βάζει μαζί τους για να τους κατσαδιάσει και να τους υποτιμήσει. «Στα Macy’s, ακόμα κι όταν δεν υπάρχει υπεύθυνος στον όροφο συνεργαζόμαστε και κάνουμε αυτό που πρέπει» είπε μια πωλήτρια στον τέταρτό της χρόνο εκεί. «Κάνουμε αυτό που νομίζουμε ότι είναι το σωστό· μας λένε τι να κάνουμε αλλά, εάν δεν μας αρέσει δεν το κάνουμε.» είπε μία άλλη.

Δεν ίσχυε το ίδιο και στα Target, όπου ο συγκεκριμένος τύπος ελέγχου βρισκόταν σε πλήρη ανάπτυξη. «Συνέχεια κάνω πλάκα με τους υπευθύνους μου· τους αρέσει να μας φτιάχνουν το κέφι, να είναι σίγουροι ότι είμαστε χαρούμενοι.» σημείωσε μια πωλήτρια στην πρώτη της χρονιά εκεί.

Ωστόσο, τα θερμά αισθήματα για τη διοίκηση και η έλλειψη εργασιακής ταυτότητας συνδυάζονταν με μεγαλύτερη αλληλεγγύη ανάμεσα στους εργαζομένους των Target σε σχέση με εκείνους στα Macy’s. «Στα Macy’s προσπαθούν να σε ξεχωρίσουν από τους υπόλοιπους.» μας είπε ένας νέος εργαζόμενος στα Target που προηγουμένως δούλευε στα Macy’s, «Στα Target είμαστε πιο πολύ ομάδα». «Δεν δουλεύω για μένα, δουλεύω για την ομάδα,» είπε ένας συνάδελφός του αποθηκάριος, «δεν το βλέπω ανταγωνιστικά. Βέβαια, ο αρχηγός της ομάδας μου μάλλον έτσι το βλέπει». Ένας άλλος πωλητής, στον τέταρτό του χρόνο, ήταν από τους λίγους που συνδύασαν αυτή την αλληλεγγύη με μια ξεκάθαρη αντίθεση: «Νομίζω πρέπει να υπάρχει σωματείο. Υπάρχουν θέματα. Γίνονται αδικίες. Εάν υπήρχε σωματείο θα πληρωνόμασταν καλύτερα».

Αυτό που ανακάλυψα —ίσως βέβαια να μην προκαλεί έκπληξη— ήταν ότι το ελαφρώς υψηλότερο επίπεδο δεξιοτήτων και η προκλητική αντιμετώπιση των υπευθύνων έκανε τους εργαζομένους στα Macy’s να αισθάνονται περισσότερη υπερηφάνεια για τη δουλειά τους και ενίσχυε την αντιπαραθετική τους στάση. Στα Target, η «συλλογικοποίηση» και η κοινή νεανική ταυτότητα των εργαζομένων ενίσχυαν την αλληλεγγύη, παρόλο που η αυτοματοποιημένη φύση της δουλειάς αποθάρρυνε τα πάντα πλην μιας οργανικής σύνδεσης με τα καθήκοντα της θέσης. Τα παραπάνω ανεστραμμένα μοτίβα καταδεικνύουν τη δυνατότητα ανασύνθεσης τόσο της ταυτότητας όσο και ανασύστασης του πνεύματος αλληλεγγύης στη βάση της ομάδας. Μόνο το πρώτο είναι εφικτό στη μειοψηφία των Macy’s, στα καταστήματα με σωματείο, (περίπου δώδεκα συνολικά). Το δεύτερο ανοίγει έναν δρόμο, που αν και, προς το παρόν, τον έχουμε ακολουθήσει ελάχιστα, παρουσιάζει μια μεγάλη πρόκληση για την οργάνωση ενός ισχυρού συνδικαλιστικού κινήματος στον χώρο του λιανικού εμπορίου.

Αλλά, πέραν του εργασιακού χώρου, πολλοί από τους εργαζομένους με τους οποίους μίλησα έχουν επίσης μια βαθιά πολιτική αγανάκτηση. Ανεξάρτητα από το πού δούλευαν, πόσο χρονών ήταν, αν ήταν άντρες ή γυναίκες, λευκοί ή μαύροι, αν είχαν απολυτήριο λυκείου ή όχι, όλοι οι χαμηλόμισθοι αισθάνονταν προδομένοι από το πολιτικοοικονομικό σύστημα. «Στην Αμερική υποτίθεται τα πάντα είναι καπιταλισμός· στην πραγματικότητα, όμως, όλα είναι ένα μονοπώλιο. Θα σου πουλήσουν το αμερικάνικο όνειρο με τον σκύλο, τον κήπο και την αυλή αλλά αυτά δεν είναι ακριβώς η αλήθεια.» είπε μια πωλήτρια των Macy’s στον πρώτο της χρόνο εκεί.

Ο συνάδελφός της διαμαρτυρήθηκε για το πώς «κόσμος έγινε γνωστός και πλούσιος από πράγματα όπως τα online ενημερωτικά κανάλια, ενώ κάποιοι από εμάς που δουλεύουν σαράντα χρόνια δεν θα γίνουν ποτέ», ενώ μια πωλήτρια άλλου καταστήματος, που δούλευε εκεί δύο χρόνια, θεωρούσε ότι η πολιτική ατζέντα «δεν είναι για το 99 τοις εκατό! Προφανώς, οι πλούσιοι και οι επιχειρηματίες προσλαμβάνουν αυτούς τους ανθρώπους και τους στέλνουν στην Ουάσινγκτον». Μια μεσήλικη πωλήτρια των Macy’s απλώς μας περιέγραψε την κατάσταση: «Έξω κάνει κρύο. Δεν δικαιούσαι εργατική κατοικία ούτε καν επίδομα στέγασης, πια. Το σύστημα έχει αλλάξει. Τότε, κάποιους τους έπιαναν, τους έβαζαν μέσα, τώρα δεν είναι μόνο αυτά».

Οι όποιες διαφορές σε επίπεδο εργασιακού χώρου εξαλείφθηκαν όταν η συζήτησε πήγε σε εκείνα τα θέματα. Παρόλο που δεν έκαναν πάντα σύνδεση με τον δικό τους εργοδότη, πολλοί από τους επισφαλώς εργαζομένους αναγνώρισαν τον ακραίο αποκλεισμό τους από την εξουσία και από αυτόν τον θίασο που έφτασε να γίνει το κεντρικό πολιτικό σκηνικό. «Κανένας τους δεν είναι καλός,» είπε μια πωλήτρια, με επταετή εμπειρία στον κλάδο, για τους πολιτικούς «συνέχει υπόσχονται, όλο θα, θα, θα, μέχρι να πάρουν καρέκλα. Από εκεί κι έπειτα, ό,τι βλέπω με αηδιάζει».

Αλλά, χωρίς μια πραγματική εναλλακτική πολιτική ή ένα σωματείο που να συνδέει την προδοσία των πολιτικών με τα συμφέροντα των επιχειρήσεων, όπως τα Macy’s και τα Target, οι περισσότερο εργαζόμενοι με τους οποίους μίλησα εξέφρασαν μια αμυντική απαισιοδοξία και μια προτίμηση για ατομικούς δρόμους διαφυγής. Σε αυτή την κατεύθυνση, μια πωλήτρια, στον πρώτο της χρόνο, δήλωσε: «Δεν ασχολούμαι με τα πολιτικά, πρέπει απλώς να βρεις τον δρόμο σου, αυτό μετράει, και να είσαι χαρούμενος μ’ αυτό».

arton2493

Αλλαγή

Ο χρόνος που πέρασα μιλώντας με τους εργαζομένους στα Target και στα Macy’s ήταν σίγουρα μια τοπικά περιορισμένη δουλειά. Βέβαια, τα συμπεράσματα που προκύπτουν σκιαγραφούν το περίγραμμα μιας υποκειμενικής δύναμης που θα μπορούσε να αμφισβητήσει τον καπιταλισμό των χαμηλών μισθών και να συντελέσει στην ανασυγκρότηση του εργατικού κινήματος.

Οι επισφαλώς εργαζόμενοι βρίσκονται υπό την επίδραση αντικειμενικών πιέσεων οι οποίες μπορούν να αποτελέσουν τόσο διασπαστικό όσο και ενοποιητικό παράγοντα. Αφενός, οι δουλειές τους έχουν υποβαθμιστεί, επικρατεί αποειδίκευση και ελαστικότητα —εναλλαγή σε διάφορες τυποποιημένες θέσεις και διαφορετικούς εργασιακούς χώρους. Κάτι τέτοιο κλονίζει την εργασιακή ταυτότητα και το αίσθημα υπερηφάνειας ως όρους πραγματικής συλλογικοποίησης και αντίστασης. Ωστόσο, η απλούστευση και ο «εξορθολογισμός» των υπηρεσιών οδηγεί σε ολοένα και περισσότερη συνεργασία. Αυτό γεννά ένα αίσθημα συλλογικού στη βάση μιας ομάδας, το οποίο θα μπορούσε να αναδειχθεί σε βασικό πλεονέκτημα προς την κατεύθυνση μιας νέας συνδικαλιστικής οργάνωσης.

Σήμερα, ο συνειδητός (αν και φθηνός) προστατευτισμός και η «προσέγγιση» των εργαζομένων επεκτείνουν αυτή τη δεοντολογία του συλλογικού και στη στάση απέναντι στους υπευθύνους, τους οποίους πολύ συχνά οι εργαζόμενοι θεωρούν μέλη της ομάδας. Ωστόσο, το ασυμβίβαστο μεταξύ μιας κακής δουλειάς, από τη μία, και «καλών» υπευθύνων, από την άλλη, είναι πρόδηλο για πολλούς.

Όταν υπάρχουν απτές εναλλακτικές —όπως οι τοπικές του RWDSU σε κάποια καταστήματα Macy’s, ευρύτερες κινήσεις, όπως το Occupy Wall Street και το Fight for $15, αλλά ακόμα και η γενική ιδέα «κάποιου σωματείου»— αυτές συγκεντρώνουν πολλούς εργαζομένους. Η συντριπτική πλειοψηφία των εργαζομένων σε όποια Macy’s υπήρχε σωματείο είχαν θετική άποψη για το Local 1-S, παρά την αδυναμία του να σημειώσει μεγάλες νίκες για πολλά χρόνια, ενώ το ένα τρίτο από τους εργαζομένους με τους οποίους μίλησα στα Target, όπου δεν υπάρχει σωματείο, θα ήθελαν να οργανωθούν. Οι περισσότεροι από τους υπόλοιπους δεν ήταν συνειδητά εναντίον, απλώς δεν γνώριζαν τι ακριβώς είναι τα σωματεία ή τι μπορούν να κάνουν. «Δεν ξέρω πώς λειτουργεί το πράγμα» μας είπε μια ταμίας των Target, στον δεύτερό της χρόνο εκεί· «Δεν έχω ιδέα τι είναι το σωματείο. Δεν ξέρω πώς θα μπορούσε να με βοηθήσει» συνέχισε μία συνάδελφός της στον πρώτο της χρόνο εκεί.

Σαφώς και σε αυτό το πλαίσιο υπάρχουν δυνατότητες. Οι προσπάθειες οργάνωσης χαμηλόμισθων εργαζομένων στον τομέα της εξυπηρέτησης πελατών και άλλων επισφαλώς εργαζομένων μέσω μιας δουλειάς ξεχωριστά ανά μαγαζί, παρόλο που ήταν πραγματικά θαυμαστές, αποδείχτηκαν σισύφειες για τους εργαζομένους σε μεγάλες αλυσίδες, όπως τα Walmart, τα Target και τα McDonald’s. Οι επικεφαλής των σωματείων συρρέουν εν μέσω κυμάτων παραπόνων από τους εργαζομένους αλλά και χρηματοδοτήσεων που λαμβάνουν από τους σπόνσορες των σωματείων τους, μόνο και μόνο για να προσκρούσουν επανειλημμένα σε μια συντονισμένη αντίσταση εκ μέρους των συμβούλων. Όταν τέτοιες εκστρατείες αποτύχουν, όπως συμβαίνει συχνά, τα σωματεία αποσύρονται αφήνοντας του εργαζομένους χωρίς επαρκείς δομές για οργάνωση ή, έστω, για αντιμετώπιση της εργοδοτικής προπαγάνδας.

Και αυτό που μόνο ελάχιστες εκστρατείες θα έκαναν, ακόμα κι αν είχαν αυξημένη επιρροή, θα ήταν να συνδέσουν τα παράπονα των εργαζομένων απέναντι στην εργοδοσία με την γενικευμένη χρεοκοπία και των δύο πολιτικών κομμάτων —κατάσταση την οποία πολλοί εργαζόμενοι έχουν ήδη αναγνωρίσει και την αντιμετωπίζουν σε όλους τους εργασιακούς χώρους αλλά και τη μεταφέρουν σαν στάση και νοοτροπία ακόμα και εκτός εργασιακού χώρου.

Παρ’ όλ’ αυτά, υπάρχουν περιθώρια. Σε πολλούς χώρους, η μετάβαση σε επισφαλή εργασιακά καθεστώτα έχει δημιουργήσει μια ιδιότυπη συλλογικοποίηση μεταξύ των εργαζομένων που αποτελεί από μόνη της μια εν σπέρματι οργάνωση. Ωστόσο, για την επίτευξη του στόχου της μαζικής οργάνωσης των εργαζομένων απαιτούνται διαρκείς παρεμβάσεις τις οποίες οι εργαζόμενοι θα μπορούν να συνδέσουν μεταξύ τους αλλά και με τις επιμέρους πρωτοβουλιακού τύπου εκστρατείες σε ένα ενιαίο συνεχές.

Το Fight for $15 και οι οργανώσεις που συμμετέχουν αποτελούν μια προσπάθεια προς αυτή την κατεύθυνση, δημιουργώντας ελπίδες σε πολλούς χαμηλόμισθους εργαζομένους που κυνηγούν να ξεφύγουν από την καταπίεση της «φιλικής» εκμετάλλευσης και πείθοντας πολλούς περισσότερους για την αναγκαιότητα του εγχειρήματος. Βέβαια, προς το παρόν, δεν υπάρχει ισχυρό έρεισμα σε επίπεδο τοπικής, δυναμικής και αμεσοδημοκρατικής παρέμβασης. Η συγκεκριμένη εκστρατεία αξιοποίησε τη δύναμη του συμβολισμού για να προσελκύσει τον κόσμο αλλά επέδειξε απροθυμία να συνδεθεί με την πολιτική πραγματικότητα, δεδομένων των ισχυρών δεσμών που διατηρούν οι επικεφαλής της με το Κόμμα των Δημοκρατικών, ενώ σκόπιμα καθυστέρησε να επιδιώξει μια πραγματική οικονομική εξουσία.

Για μια πιο ριζοσπαστικοποιημένη κατεύθυνση απαιτείται η δημιουργία και η διαρκής παρουσία συλλογικοτήτων που θα είναι ικανές να αναβαθμίσουν και να προωθήσουν την ενισχυόμενη συλλλογικοποίηση των εργαζομένων, να συνδεθούν με όσους βρίσκονται σε πιο «ευάλωτα» σημεία της αλυσίδας παραγωγής και να συνδέσουν την πολιτική δυσαρέσκεια με τη στάση της εργοδοσίας.

Στην εποχή της κρίσης και της ανανέωσης, η καπιταλιστική πλάστιγγα φαίνεται έτοιμη να γείρει προς τη μεριά του κόσμου της εργασίας και των αμέτρητων δυνατοτήτων που έχει. Όμως, δεν αρκούν ούτε «οι αντικειμενικές επεξεργασίες» ούτε ο φανατισμένος ακτιβισμός. Όλες οι πρωτοβουλίες σε επίπεδο πρακτικής θα γίνονται όλο και πιο επιτυχημένες, όσο περισσότερο ευθυγραμμίζονται με την ανά χώρους και τόπους συνείδηση των εργαζομένων.

Scroll to Top
Scroll to Top